Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Αυτοκτονία: Αυτοί που μένουν πίσω....


Πώς αντιμετωπίζουμε την αυτοκτονία ενός αγαπημένου μας προσώπου;
Είμαστε συγκλονισμένοι από την πρόσφατη αυτοκτονία του νεαρού εθνοφρουρού. Οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν με επίκεντρο κυρίως τις ευθύνες της Εθνικής Φρουράς.
Σε αυτό το άρθρο προτιμώ να εστιασθώ σε μια συγκεκριμένη πτυχή του θέματος, αυτήν της αντιμετώπισης της αυτοκτονίας από αυτούς που μένουν πίσω.... Τους γονείς, τους συγγενείς, τους φίλους, τους συμμαθητές, τους συστρατιώτες, τους συνομήλικους.
Καταρχάς, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πως οι 9 στους 10 ανθρώπους που αυτοκτονούν (παγκόσμια στατιστικά) πάσχουν από μια σοβαρή  ψυχιατρική διαταραχή κατά την περίοδο του θανάτου τους. Οι πιο συνηθισμένες διαταραχές που μπορεί να οδηγήσουν σε αυτοκτονία είναι η σοβαρή κατάθλιψη και η διπολική διαταραχή ή αλλιώς μανιοκατάθλιψη. Αυτές οι διαταραχές εάν διαγνωστούν με ακρίβεια και επαγγελματισμό εγκαίρως, και δοθεί κατάλληλη ψυχοθεραπεία και φαρμακοθεραπεία στους ανθρώπους που υποφέρουν, ο θάνατός τους  τους μπορεί να προληφθεί.
Άρα, στην συντριπτική πλειοψηφία των αυτοκτονιών, οι άνθρωποι πεθαίνουν λόγω της διαταραχής τους. Όπως κάποιος που έχει καρκίνο πεθαίνει από τον καρκίνο, ένας καρδιακός από καρδιακό επεισόδιο, το ίδιο και ένας άνθρωπος που έχει σοβαρό ψυχολογικό και ψυχιατρικό πρόβλημα όπως η σοβαρή κατάθλιψη και η μανιοκατάθλιψη, στην ουσία πεθαίνει ως αποτέλεσμα της «αρρώστιας» του. Παρόλο που δεν μου αρέσει να χρησιμοποιώ την λέξη ψυχική ασθένεια, επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας έχουν ελαφριά ψυχολογικά συμπτώματα και όποιος επισκέπτεται έναν ψυχολόγο δεν είναι άρρωστος, στην περίπτωση της διπολικής διαταραχής ή της σοβαρής κατάθλιψης, μιλούμε για αρρώστια επικίνδυνη και δυνητικά θανατηφόρα.
 Η πρόληψη των αυτοκτονιών λοιπόν, και ειδικά στο στράτευμα, κατά την γνώμη μου, πρέπει να εστιασθεί στην ενδελεχή και επαγγελματική αξιολόγηση/διάγνωση και θεραπεία από τους ψυχολόγους και ψυχιάτρους του κράτους. Και καμιά απειλή για αυτοκτονία να μην λαμβάνεται χωρίς διερεύνηση, ως χειριστική συμπεριφορά. Μπορεί να είναι χειριστικότητα το να απειλεί κάποιος πως θα αυτοκτονήσει αν δεν πάει για άδεια πχ, αλλά πάντοτε υπάρχει ο σοβαρός κίνδυνος να το εννοεί. Καλύτερα να φυλάμε τα ρούχα μας λοιπόν, για να έχουμε τα μισά. Και αν είναι να σωθεί και έστω και ένα παιδί που κινδυνεύει, δεν πειράζει αν 100 άλλοι προσποιούνται ψυχολογικά προβλήματα για να έχουν προνομιακή συμπεριφορά. Η γνώμη μου. Η ανθρώπινη ζωή είναι πολύτιμη.
 Και όσον αφορά στους γονείς των εθνοφρουρών, οφείλουν να  λαμβάνουν σοβαρά υπόψην τα παράπονα των παιδιών τους και τυχόν απειλές για αυτοκτονία και εάν δεν είναι ευχαριστημένοι από την αντιμετώπιση των κρατικών ειδικών, τότε να παραπέμπουν τα παιδιά τους σε ιδιώτες ψυχολόγους και ψυχιάτρους, τους οποίους θα επιλέξουν με βάση τις ικανότητες και την εντιμότητά τους και όχι με οποιοδήποτε άλλο κριτήριο.
Πίσω λοιπόν στο πώς αντιμετωπίζουν αυτοί που μένουν πίσω μια αυτοκτονία.
·        Το πρώτο και πιο συνηθισμένο συναίσθημα είναι η ενοχή. Ρωτούμε και ξαναρωτούμε τον εαυτό μας: υπήρχε κάτι που μπορούσα να κάνω για να προλάβω το κακό; Η ενοχή του επιζήσαντα, όπως ονομάζεται στην ψυχολογία είναι συνηθισμένη αντίδραση και φυσιολογικό να την έχουμε. Ο κάθε ένας από εμάς χρειάζεται τον χρόνο του και ίσως βοήθεια από ψυχολόγο για να μπορέσει να φτάσει στο συμπέρασμα πως κανένας δεν μπορεί να έχει απόλυτο έλεγχο πάνω στις πράξεις οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου...Αν δεν φτάσουμε σε αυτό το συμπέρασμα, δεν θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε την ενοχή.
·        Ντροπή. Είναι φυσιολογικό να νιώθουμε πως αυτό που έκανε το αγαπημένο μας πρόσωπο, να θέσει τέρμα στην ζωή του, είναι μια πράξη που το ντροπιάζει στην κοινωνία και ντροπιάζει κι εμάς τους ίδιους. Αυτό φυσικά έχει σχέση και με το ισχυρό κοινωνικό και θρησκευτικό ταμπού κατά της αυτοκτονίας, το οποίο ως κοινωνικός κανόνας έχει σκοπό να προστατεύσει τα μέλη της κοινωνίας από του να βλάψουν τον εαυτό τους. Όταν φτάσει όμως και γίνει το κακό, όταν ήδη έχει αυτοκτονήσει το άτομο που αγαπούμε, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για να τον φέρουμε πίσω. Οπόταν οι κοινωνικοί κανόνες που καταδικάζουν την πράξη της αυτοκτονίας μας είναι άχρηστοι σε αυτό το στάδιο. Και χρειάζεται να καταβάλουμε προσπάθεια για να διώξουμε την αίσθηση της ντροπής από πάνω μας και από τον αγαπημένο μας που πέθανε. Θα ντρεπόμασταν εάν πέθαινε από καρκίνο; Τότε γιατί να ντραπούμε εφόσον πέθανε ως αποτέλεσμα μιας ψυχικής αρρώστιας; Είτε ψυχική είτε σωματική, πάλι αρρώστια είναι... Με την διαφορά πως η ψυχική είναι πιο δύσκολο να διαγνωστεί και να θεραπευτεί από την σωματική. Δεν είναι ντροπή κάποιος να είναι άρρωστος.....
·        Θυμός. Όταν κάποιος δικός μας πεθαίνει, είναι σαν να μας εγκαταλείπει. Είναι απόλυτα φυσιολογικό το συναίσθημα του θυμού για κάποιον αγαπημένο που έφυγε και μας άφησε. Όσο παράλογο κι αν ακούγεται αυτό. Είναι πιο εύκολο να ξεπεράσει κάποιος τον θυμό του για ένα αγαπημένο πρόσωπο που πέθανε από καρκίνο για παράδειγμα, παρά για ένα άτομο που αυτοκτόνησε. Μας βοηθάει στο να διαχειριστούμε αυτόν τον θυμό η βαθιά κατανόηση πως το άτομο που αυτοκτονεί, πεθαίνει λόγω της αρρώστιας του. Ακόμα και αν ο θυμός απευθύνεται δικαιολογημένα προς τα άτομα που τον στενοχώρησαν λίγο πριν πεθάνει, αν δεν ήταν άρρωστο αυτό το πρόσωπο, δεν θα πέθαινε. Αν του γινόταν έγκαιρη διάγνωση , ψυχοθεραπευτική  και ψυχοφαρμακοθεραπευτική παρέμβαση μπορεί να γλίτωνε. Επειδή ήταν άρρωστος πέθανε, από την αρρώστια του. Εάν αυτοί που τον πλήγωσαν έκαναν το ίδιο σε κάποιον που είναι ψυχικά υγιής, σίγουρα δεν θα είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατό του. Άρα η αρρώστια είναι η βασική αιτία του θανάτου του αγαπημένου μας, οι αδικίες που του έγιναν η αφορμή για να δράσει ανεξέλεγκτα η αρρώστια.
·        Ανακούφιση. Αυτό το τελευταίο συναίσθημα σίγουρα δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση του νεαρού εθνοφρουρού, ο οποίος δεν είχε αξιολογηθεί ψυχολογικά και εξόσον γνωρίζουμε δεν είχε παρελθόν ψυχικής ασθένειας. Στις  περιπτώσεις όμως που ένα άτομο πεθαίνει μετά από μακροχρόνιο αγώνα με την ψυχική αρρώστια, τις απόπειρες αυτοκτονίας, της εισαγωγής σε ψυχιατρικές κλινικές ή στο ψυχιατρείο, την μακροχρόνια ταλαιπωρία και του ιδίου και των γύρω του, ο θάνατος του μπορεί να φέρει και κάποια αισθήματα ανακούφισης. Τα οποία είναι απολύτως φυσιολογικά να τα έχουμε εάν έχουμε περάσει τόσα χρόνια αγωνίας, ταλαιπωρίας, φόβου και αναποτελεσματικών προσπαθειών. Το κακό είναι πως αυτά τα συναισθήματα της ανακούφισης συχνά γυρίζουν σε ενοχή ή ντροπή. Θεωρούμε πως είναι λάθος να νιώθουμε ανακούφιση, παρόλον που είναι απόλυτα φυσιολογικό, δεδομένων των συνθηκών που περιέγραψα πιο πάνω.
·        Λύπη. Ο θάνατος αντιμετωπίζεται μέσω της διαδικασίας του πένθους. Το κύριο χαρακτηριστικό του πένθους είναι το έντονο αίσθημα λύπης. Στην περίπτωση της αυτοκτονίας ενός νεαρού ανθρώπου, η θλίψη γίνεται πιο έντονη επειδή σκεφτόμαστε πόσα έχασε από την ζωή του, πόσα όνειρα και ελπίδες χάθηκαν και όλα όσα θα μπορούσε να ζήσει και δεν πρόλαβε.
Η ενοχή, η ντροπή, ο θυμός, η ανακούφιση και η λύπη είναι φυσιολογικά στάδια που περνούν οι άνθρωποι που μένουν πίσω από μια αυτοκτονία. Ίσως ένα άλλο συναίσθημα που μπορεί να προκύψει είναι και αυτό του φόβου μην τυχόν και το ίδιο συμβεί σε εμάς ή άλλα αγαπημένα μας πρόσωπα. Η γνώση του ότι η ψυχική ασθένεια ευθύνεται για την αυτοκτονία μπορεί να μας καθησυχάσει, με την έννοια ότι εάν τυχόν νιώσουμε οι ίδιοι αυτοκτονικοί ή παρατηρήσουμε άλλα άτομα γύρω μας να μιλούν για αυτοκτονία, υπάρχουν ψυχολόγοι και ψυχίατροι στους οποίους μπορούμε να απευθυνθούμε για να πάρουμε επαγγελματική βοήθεια. Και δεν φτάνει ένα άτομο στην αυτοκτονία από την μια μέρα στην άλλη. Άμα έχουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας ανοικτά, είναι πολύ πιθανόν να προλάβουμε να αντιμετωπίσουμε την ψυχική αρρώστια με την κατάλληλη θεραπεία.
Πολύ δύσκολο θέμα η αντιμετώπιση μιας αυτοκτονίας. Είναι από τις πιο δύσκολες διαδικασίες πένθους. Ας συμπαρασταθούμε ο ένας στον άλλο όσοι μείναμε πίσω, ας υπενθυμίζουμε συνεχώς στον εαυτό μας και στους γύρω μας ότι δεν  μπορούμε ποτέ να έχουμε απόλυτο έλεγχο πάνω στις πράξεις ενός άλλο ανθρώπου, όσο κι αν τον αγαπούμε, κι ας θυμόμαστε με αγάπη τις καλές στιγμές που έζησε αυτός ο άνθρωπος και που ζήσαμε μαζί του.
Όλοι θα πεθάνουμε μια μέρα. Ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Η ζωή τόσο σύντομη έστω κι αν πεθάνεις γέρος. Ας την ζήσουμε κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία για να τιμήσουμε την μνήμη του αγαπημένου μας που έφυγε. Ας διατηρούμε την μνήμη του ζωντανή με το να αναπαράγουμε όλα τα καλά του.


Θέκλα Πετρίδου
Ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια, συγγραφέας
Μέλος του Συνδέσμου Ψυχολόγων Κύπρου και της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρείας
Αρ. Επαγγελματικής άδειας: 24/677 (Ελληνική Δημοκρατία, Ε. Ε.)
Δημοσθένη Σεβέρη 15Α, διαμ.26, Λευκωσία 1080
Ιστοσελίδα:  http://www.theklapetridou.com
Τηλ: 99603422 . Φαξ: 22254606