Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Το σπιτούδι μου στην Πάφο

Το Σαββατοκυρίακο πριν την μεγάλη έκρηξη πήγα  στην Πάφο, μετά από πολύ καιρό. Πήγα λίγο με το ζόρι, γιατί ο Λαζ ήταν Ισπανία με την ακαδημία ποδοσφαίρου, η Κακή ήταν στην κατασκήνωση του κατηχητικού της Αγίας Μονής στην Πάφο. Τζι εγώ επαίχτηκα στην Λευκωσία χωρίς τους απαραίτητους γλυκούς μπελάδες μου...
Για να αποφύγω τη μάμμα μου, η οποία πάντα έχει αρνητικά να επισημάνει και το Φαντομά που τότε προσπαθούσε ακόμη να χωνέψει το χωρισμό, εκλείστηκα οικειοθελώς στο σπιτούδι μου.
Το σπιτούδι μου εν ένα μικρό σπιτάκι δίπλα που το πατρικό μου. Χτίστηκε αρχικά για τους παππούδες μου, αλλά αυτοί έχει από καιρό που έφυγαν και το κατέλαβα ως άλλο αυθαίρετο, όταν ήμουν έγκυος την Κυριακή, πριν 12 χρόνια, ππεεεεε, πώς περνά ο καιρός. Έβαψα το που μέσα χρώματα και έκαμα το καταφύγιο. Και εγλίτωσεν και την επική ανακαίνιση του πατρικού μου το 2007. Μόνον πόξω το εβάψαν κι αλλάξαν τα παράθυρα, κι εκόψαν και το κλήμα στην ταράτσα, μέσα ευτυχώς δεν επενέβηκαν, γιατί εμέναν αρέσκουν μου τα παλιά πράματα που αποπνέουν μια συγκεκριμένη ενέργεια. Και δεδομένου του γεγονότος, πως το βιβλίο μου 
αφιέρωσα το της γιαγιάς μου της Σοφίας, το συγκεκριμένο σπιτούδι όπου έζησεν τόσα χρόνια η γιαγιά η Θέκλα μου δίνει κάτι από αυτήν. Την ηρεμία και την απάθεια της. Η γιαγιά μου η Θέκλα ήταν κοντή παχιά και απαθής. Έχω το πρώτο και το δεύτερο. Το τρίτο προσπαθώ να το αποκτήσω.
Και άμα το δεις και αγιοπατερικά, και νηπτικά ακόμη, το να πας από την εμπάθεια στην απάθεια είναι μεγάλη κουβέντα. Φυσικά στην πορεία βοηθάει η εξάσκηση στο empathy, στην ενσυναίσθηση στην ψυχοθεραπεία, αλλά δύσκολο να φτάσεις εκεί.
Έβγαλα λοιπόν διάφορες φωτογραφίες από το καταφύγιο μου με το κινητό και ετοιμαζόμουν να γράψω μια ανάρτηση για το θέμα, και με πρόλαβε η έκρηξη.
Όχι πως την ξέχασα την έκρηξη, όχι πως ακόμη δεν βλέπω εφιάλτες και δεν αγωνιώ για την συνέχεια, αλλά η καθήλωση μου στο σπίτι τις τελευταίες μέρες, μου έδωσε την ευκαιρία να θυμηθώ τις φωτογραφίες και το καταφύγιο...
Το οποίο, από το 2003 που μετακόμισα στη Λευκωσία αποτελεί συνεχή πόλο έλξης όταν χρειάζομαι να πνάσω, να ηρεμήσω, να ξεκουραστώ, να γλύψω τις πληγές μου...
Και πάμε με την πρώτη φωτο... Το κρεββάτι μου, που μου έδωσε η μάνα μου να το στρώσω με τα δευτεριάτικα σεντόνια του ατυχούς γάμου μου και το φοιτητικό μου κουβερλί. Το κοιτούσα κι έμεινα. Πόσες αναμνήσεις μπορεί να αποπνέει ένα κρεββάτι, πόσες ενέργειες. Το κουβερλί θυμάμαι επακριβώς πότε το αγοράσαμε, από πού, την ιστορία του μαγαζιού και τους ατελείωτους ύπνους που έκανα στην Θεσσαλονίκη, μου είχε καθίσει το κλίμα ένα πράγμα και κοιμόμουνα οκτάωρα, εγώ που μόνο 6 ώρες το πολύ αντέχω... Και τα από μέσα σεντόνια. Τα έραψε ο πατέρας μου, από 100% βαμβακερό ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, καθότι ο παππούς ράφτης και όλοι γνωρίζουμε να ράβουμε, και ειδικά τα ασπρόρουχα στο πατρικό μου είναι πάντοτε ραφτά και όχι αγοραστά. Εγώ ήθελα για το νυφικό κρεββάτι άσπρα σατέν σεντόνια, μου τα πήραν, πάντοτε μου έπαιρναν ότι ήθελα και στο τέλος κατάλαβα την σοφία του φυσικού βαμβακιού. Και πως ένα κομάτι ύφασμα δεν φέρνει την ευτυχία, ούτε καν την ευχαρίστηση. Αλλά αυτές είναι παλιές πικραμένες ιστορίες που δεν θέλω να τις αναμασώ, όχι για να τις ξεχάσω, αλλά επειδή η επανάληψη της μνήμης όταν αυτή έχει καθαγιαστεί, δεν έχει καμιά ωφέλιμη ενέργεια πέραν της ενθύμισης του τραύματος. Όταν ήδη έχεις λάβει τα σκληρά μαθήματα, ανέλυσες και τα παθήματα, φτάνει να τα αναβιώνεις. Αφήνεις πίσω το παρελθόν
 Στην κουζίνα ανακατεύοντας τα κασόνια βρήκα κάτι παλιούς πανέμορφους πίνακες, οι οποίοι ξέμειναν εκεί από την επική ανακαίνιση. Ο κάθε ένας φτιαγμένος με αγάπη από ανθρώπους που αγαπούν την οικογένεια μας. Επιχείρησα να τους φορτώσω για Λευκωσία, αλλά είπα, άστους, θα τους κρεμάσω εκεί στο καταφύγιο, όταν θα έχω δύναμη να κρατήσω σφυρί. Αυτή τη στιγμή ούτε σφυρίχτρα δεν μπορώ να σηκώσω, τόσο αποδυναμωμένη νιώθω.  Είναι φοβερό όμως πως ένα αντικείμενο όπως ένας πίνακας, μπορεί να έχει διαφορετική συναισθηματική αξία για το κάθε άτομο που ζει σε ένα σπίτι. Η μάνα μου δεν τους αναζήτησε, ο πατέρας μου τους ξέχασε, εγώ τους βρήκα κι ανατρίχιασα... Το ίδιο συμβαίνει και με αντικείμενα τέχνης ή μη που έχουμε στο σπίτι. Πολλές φορές πάω να πετάξω κάτι για να κάνω χώρο και τα παιδιά με αποτρέπουν : Μη! Δεν θυμάσαι από πού το πήραμε, πόσο καιρό το έχουμε ή ποιός μας το έφερε; Και σταματώ. Γιατί θυμάμαι στα 10 μου όταν η μάνα μου αποφάσισε πως δεν ήμουν πια για κούκλες και τις έδωσε όλες σε φιλανθρωπικό ίδρυμα και μου άφησε μόνο μία. Δεν κατάλαβε πόσο πληγώθηκα τότε από την αυθαίρετη επιλογή για αυτόματο μεγάλωμα, δεν πειράζει όμως, μπορεί κι εγώ να έχω κάνει τα ίδια και να μην το ξέρω. Αν ρωτήσω τα παιδιά θα μου πουν, αλλά το αφήνω για άλλη φορά. Είπαμε, τώρα δεν αντέχω και πολλά πολλά.
 Στα ντουλαπάκια της κουζίνας τα φλιντζάνια μου. Αυτά που χρονολογούνται από την Θεσσαλονίκη, και από τα 7 σπίτια που έχω αλλάξει από τα 20 μου. Κάθε κούπα και μια ιστορία. Με τα σερβίτσια και τα ποτήρια και τις κούπες του καφέ έχω κολλήματα. Και με άλλα πράγματα. Αυτά μπορεί να τα πει λεπτομερώς η Αγνή μου, που περηφανεύεται πως ξέρει όλα μου τα χούγια :-)
 Α, και τα παλιά πιάτα της γιαγιάς. Κάποιες εγγλέζικες πορσελάνες made in Bolton από την εποχή της αγγλοκρατίας. Και αυτές δικές μου, δεν αφήνω να μου τις πάρει κανείς. Όχι πως τις θέλουν κι όλας δηλαδή, αλλά εγώ λατρεύω τα παλιά και πολυχρησιμοποιημένα κομμάτια..Πόσες νοστιμιές δεν σερβιρίστηκαν σε εκείνα τα πιάτα. Α! Όλα κι όλα, η γιαγιά ήταν πρώτη στην κουτάλα και την κατσαρόλα...
 Α και το ποτήρι στο οποίο μου έβαζε παγωμένο νερό η μάννα μου και νερωμένη κόκα κόλα όταν ήμουν στο δημοτικό. Καλά λένε πως τα τάππερ είναι αθάνατα... Μόνο που τότε δεν τα έκαναν για πλυντήριο πιάτων και ιδού τα αποτελέσματα, ή να ναι ο ήλιος, όλο σε κάποιο γείσο παραθύρου θα το ξέχασα και έγινε έτσι. Αλλά το νερό έχει την ίδια γεύση που είχε τότε..
 Συνεχίζοντας να ανακατεύω στα συρτάρια της κουζίνας, βρίσκω παλιές φωτογραφίες διαβατηρίου από τα 12 ως τα 15.. Πόση αθωότητα και όρεξη για ζωή... Η γνώση του μέλλοντος ίσως να απέτρεπε τους περισσότερους ανθρώπους από την όρεξη για ζωή, ή όχι; :-)
 Και ένα γυάλινο βαζάκι της γιαγιάς για ένα μοναδικό λουλούδι. Το αγαπημένο της ήταν οι καμέλιες... Άσπρες καμέλιες... τις οποίες έκοβε με το κοτσάνι πολύ κοντό και έβαζε να επιπλέουν στο νερό...Κι αυτό αρωμάτιζε όλη την κουζίνα....
 Τι λουλούδι άραγε έχουν τα πλακάκια στο μπάνιο; Είναι το ίδιο σχέδιο που είχε το μπάνιο στο πατρικό μου πριν την ανακαίνιση, την οποία μισώ, όπως φαίνεται. Θα ρωτήσω τον πατέρα μου. Μπορεί να τους ξέμειναν και 10 χρόνια μετά που έκτισαν το σπιτούδι της γιαγιάς να έβαλαν τα ίδια. Ή τα είχε ακόμη η αγορά, στο ίδιο σχέδιο. Πάντως δεν τα αλλάζω με τίποτα.
Κι αυτό που με ξεκουράζει και με καθαίρει περισσότερο από όλα είναι ένα χλιαρό ντουζ με το φως από το κερί μου, το οποίο όλως παραδόξως μυρίζει ακόμη βανίλια από τον Μάρτη του 2004 όταν το πρωτοάναψα...
Νομίζω χρειάζομαι επειγόντως διακοπές, άλλες από αυτές της Α.Η.Κ.
Ο κάθε άνθρωπος χρειάζεται να έχει την φωλιά του, όχι μόνο οι άντρες, κύριε John Gray.
Και τέτοιες ώρες, τέτοιο μαύρο καλοκαίρι που περνούμε όλο και θέλω περισσότερο να πάω να χωθώ στην φωλιά μου. Στο κρεββάτι μου με το φοιτητικό μου κουβερλί και τα βαμβακερά σεντόνια που μου έραψε ο πατέρας μου.
Α! Και στην Πάφο κοιμάμαι πολύ όταν πάω.
Πολλές ώρες, σε σημείο που ανησυχούν οι δίπλα κι έρχονται και μου κτυπούν τα παράθυρα αν είμαι ζωντανή.
Στο καταφύγιο σου είναι ωσάν να επιστρέφεις στην μήτρα.
Κι ησυχάζεις...
Α! Και χθες με πήραν σηκωτή για το πρώτο μπάνιο στην θάλασσα και δεν γέμισα εξανθήματα.
Γέμισα απόψε, αλλά ας είναι καλά τα αντισταμινικά... :-)